Monument Valley Review

0

Monumental

Δύο πράγματα μένουν στο μυαλό ύστερα από τις λίγες ώρες που θα σας απασχολήσει το Monument Valley. Από τη μία οι εκδόσεις Taschen που, ακόμη και στην ψηφιακή εποχή, κάνουν και τον πιο ταγμένο πολέμιο του χαρτιού να ζηλεύει ειδών-ειδών εκδόσεις και ανθολόγια που φέρουν το γνωστό όνομα. Από την άλλη το The Ninth Gate (Η Ένατη Πύλη) του Roman Ponlanski. Γιατί όμως;

Πριν καταλήξει κανείς εκεί θα περάσει πρώτα από αναμνήσεις Echochrome. Ο τίτλος της Ustwo Games ξυπνά άμεσα μνήμες Echochrome με νότες από ατμόσφαιρα και χρωματολόγιο Journey, σκέψεις ικανές να τρομοκρατήσουν κάθε κριτικό. Αλλά για καλό. Ο παίκτης ελέγχει την Princess Ida σε έναν κόσμο που χωρίζεται σε δέκα διαφορετικά επίπεδα, καθένα εξ αυτών ένας όμορφος αρχιτεκτονικός παραλογισμός. Δεν υπάρχει tutorial, δεν θα βρείτε υποδείξεις αλλά το design είναι το χέρι που σπρώχνει προς τη λογική κατεύθυνση. Με ένα άγγιγμα η Ida μετακινείται εκεί που θέλει ο παίκτης. Όταν όμως υπάρχει κάποιο εμπόδιο, διακόπτες, Crow People (που εμποδίζουν την πορεία της πρωταγωνίστριας) και παιχνίδια της προοπτικής (α λα Echochrome) περιπλέκουν τις διαδρομές αλλά κάνουν πιο ομιλητικό το design κάθε επιπέδου. Τα κτίσματα μπορούν να περιστραφούν και αν η προοπτική δείχνει ότι μια διαδρομή είναι πλέον βατή και ασφαλής, τότε είναι και στην πράξη και ας απαιτείται αποκλειστικά gaming λογική για να σταθεί η σκέψη. Άλλωστε με την ίδια λογική και μόνο στέκονται και λειτουργούν τα κτίσματα που θα αντικρίσετε.

Προς τι οι αναφορές σε εκδόσεις Taschen όμως; Οι αντιθέσεις, η πάλη των χρωμάτων, οι σχεδόν ανύπαρκτες υφές και η μετάβαση από τη μια οθόνη στην άλλη δεν διαφέρουν πολύ από το αργό, βαρύ ξεφύλλισμα βιβλίου του οίκου. Η ολοκλήρωση του επιπέδου οδηγεί συνήθως το επίπεδο σε αρκετά διαφορετική μορφή. Οι developers, γνωρίζοντας τι έχουν καταφέρει, προτρέπουν τον παίκτη να φωτογραφίσει την τελική μορφή, ως απόδειξη του ταξιδιού του. Ως τη μεταμόρφωση της μιας σελίδας σε μια άλλη. Η αναφορά στη δημιουργία του Roman Polanski, παρότι ακόμη πιο ριζωμένη στο βιβλίο, αποσκοπεί αλλού: στον ήχο. Η μουσική επένδυση του Monument Valley είναι λιτή και ήρεμη. Κάθε επέμβαση σε επίπεδο όμως, κάθε περιστροφή, κάθε χρήση διακόπτη αποδίδεται το ίδιο φετιχιστικά με το άγγιγμα, το άνοιγμα και το κλείσιμο ενός βιβλίου του μεταφυσικού θρίλερ. Ο ήχος όχι απλά συνοδεύει και συμπληρώνει αλλά καταφέρνει να είναι, από μόνος του, ενός είδους ανταμοιβή.

Η διάρκεια είναι μικρή και η δυσκολία των γρίφων, με εξαίρεση το κλείσιμο, κάθε άλλο παρά μεγάλη. Η εμπειρία όμως είναι πιο πλήρης, πιο απολαυστική από παρόμοια εγχειρήματα (τύπου Tengami), για αυτό τελικά και αναζωπυρώνονται μνήμες του The Journey. Επιπλέον, όπως ανακοίνωσε η ομάδα ανάπτυξης, παρά την ολοκλήρωση της απλής ιστορίας, ετοιμάζονται νέα επίπεδα που θα προστεθούν, χωρίς χρέωση μάλιστα, όχι για να περαστεί κάποιο μήνυμα αλλά για να ικανοποιηθούν οι καλλιτεχνικές αναζητήσεις των δημιουργών. Κι όλα αυτά ενόσω ετοιμάζεται και η μεταφορά του τίτλου στο PS Vita. Όχι με την αδιαφορία και διεκπεραιωτική διάθεση που συνήθως υπονοεί ο όρος “port” αλλά με τον ενθουσιασμό για την περιοδεία ενός έργου, από μουσείο σε μουσείο, για να φτάσει σε ακόμη περισσότερο κόσμο.

9

About Author

Όταν δεν πίνει καφέ, πίνει καφέ. Γράφει για games από το 2003, συναντά, για κάποιο άγνωστο λόγο, τα πιο περίεργα bugs και όποτε δεν βρίσκει καφέ, λειτουργεί ως αρχισυντάκτης. Ύστερα από κάθε μακροβούτι σε gadgets, games και βιβλία ιστορίας, βγαίνει στην επιφάνεια για να πάρει αέρα και να κάνει διορθώσεις. Τότε είναι και πιο επικίνδυνος. Αρθρογραφία του έχει εμφανιστεί σε GamePro, Computer Games Magazine, RAM, bit, Digipedia κ.α. Μετέφρασε βιβλίο για το Tai Chi. Don't ask.

Leave a Reply

κατασκευή ιστοσελίδων Web and Art Solutions